Εκεί που περπατούσε, λοιπόν, βλέπει ένα αγριεμένο λιοντάρι.
Δεν υπήρχε περίπτωση να τα βάλει μαζί του, ο βασιλιάς των ζώων θα τον ξέσκιζε κι ύστερα θα τον έτρωγε για ...πρωινό. Έπρεπε κάτι να σκεφτεί, και γρήγορα μάλιστα.
Βλέπει παραδίπλα ένα σωρό από κόκκαλα. Πηγαίνει από πάνω τους και κάνει πως μασουλάει. Εν τω μεταξύ, το λιοντάρι πλησιάζει.
-Μμμ, πολύ νόστιμο αυτό το λιοντάρι! Αααχ, ευχαριστήθηκα! Να έχει κι άλλά εδώ κοντά όμως; Δε χόρτασα ακόμα!
Το λιοντάρι "ψαρώνει". Δεν είχε ξαναδεί βλέπετε σκύλο και δεν ήξερε. Σου λέει: "Αν είναι πραγματικά κάποιο πολύ μικρό μεν ζώο, πολύ άγριο δε;" Και προτίμησε να παραιτηθεί από το γεύμα και να απομακρυνθεί για να μην το ρισκάρει.
Λίγο πιο κάτω βλέπει έναν πίθηκο, ο οποίος του εξηγεί γελώντας ότι το ζώο αυτό είναι ένας απλός σκύλος κι ότι δεν έχει να φοβηθεί τίποτα, κοντολογίς τον ξεγέλασε με τη μπλόφα του.
-"Ώστε έτσι, ε;" Φωνάζει θυμωμένο το λιοντάρι. "Θα πάω να του δείξω, εγώ! Έλα κι εσύ μαζί!"
Έτσι λοιπόν, λιοντάρι και πίθηκος επιστρέφουν προς το σκύλο. Τους βλέπει αυτός και καταλαβαίνει. Έπρεπε να σκαρφιστεί κάτι εξίσου έξυπνο, αλλιώς αυτή τη φορά δεν τη γλύτωνε. Κι όχι τίποτ' άλλο, θα έτρωγε κι ένα γερό ξύλο πριν γίνει ...γεύμα.
Τελικά, του έρχεται η έμπνευση. Γυρίζει την πλάτη λοιπόν στους δύο που έρχονταν, κάνει ότι δεν τους έχει καταλάβει και μονολογεί:
-Μα που πήγε επιτέλους αυτός ο πίθηκος; Δεν είναι να του έχεις εμπιστοσύνη!...
.
.
.
.
.
.
.
.
.
.
.
.
.
.
.
.
.
.
.
.
.
.
.
.
.
.
.
.
.
.
..
.
Τόση ώρα τον έχω στείλει να μου φέρει άλλο ένα λιοντάρι κι αυτός άφαντος...