-Και που λες γιαγιάκα, σήμερα τα πράγματα έχουν αλλάξει πια. Έχουν και οι γυναίκες δύναμη, όχι μόνο οι άντρες!
-Τι 'ν' αυτά που λες βρε ζούδιμ; Αν είναι για να κόψεις ξύλα, να κουβαλήσεις αλεύρι, πιο πολύ δύναμη δεν έχουν οι άντρες;
-Αχ, όχι βρε γιαγιά, δεν κατάλαβες. Δεν εννοώ αυτή τη δύναμη!
-Ε, για ξήγαμ, τότες...
-Να, όταν παντρεύτηκες εσύ τον άντρα σου, τον διάλεξες;
-Όχι βέβαια. Αλλά ούτε εκείνος με διάλεξε. Προξενιό ήταν!
-Αχ, πώς να στο εξηγήσω τώρα... Δούλεψες εσύ ποτέ; Βγήκες από το σπίτι;
-Ε, όχι βέβαια. Ο μακαρίτης ο άντρας μου δούλευε χωροφύλακας. Εγώ είχα το σπίτι, τα παιδιά...
-Να, είδες; Τώρα οι γυναίκες δουλεύουν, έχουν λεφτά, βγαίνουν από το σπίτι!
-Ναι, βρε τζάνεμ, αλλά είδα και το εγγόνιμ', τη μάνασ', η δουλειά δουλειά και όλα στο σπίτι πάλι μόνη της τα κάνει!
-Αχ, πώς να στο πω;
-Απλά να μου το πεις. Όσο γίνεται πιο απλά!
-Ε, τότε άκου: Όλο το πράγμα στηρίζεται εδώ: Να μην είναι μόνο ο άντρας από πάνω. Δικαίωμα έχει και η γυναίκα να βγαίνει από πάνω! Κατάλαβες;
-"Ααα! Τώρα κατάλαβα", αναφωνεί η γιαγιά και ένα χαμόγελο σκάει στο ρυτιδιασμένο πρόσωπό της.
-"Δηλαδή, τι κατάλαβες;" ρωτάει η κόρη που δεν είναι σίγουρη ακόμα.
-Ε, κατάλαβα, πώς το λένε. Κατάλαβα! Όμως κι εμείς με το μακαρίτη κάναμε φεμινισμό! Απλά δεν το λέγαμε έτσι!
-Τώρα με μπέρδεψες, γιαγιάκα! Τι εννοείς "κάνατε" φεμινισμό;
-Ε, φεμινίζαμε, πώς το λένε; Και τακτικά μάλιστα! Απλά δεν το λέγαμε έτσι!
-Και πως το λέγατε;
.
.
..
.
.
.
.
.
.
.
.
.
.
.
.
.
.
.
.
.
.
.
.
.
.
.
.
.
.
.
.
.
-Συντριβανάτο!